|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άπληστος? — — διαβαθμίζω — καπάρωμα — υστεροβουλία — διαπαρθενεύω — σκανδαλιά — εδεμικός — πλημμυρίζω — άρριπτος — γυναικοκρατούμαι — ευκινητότητα — νομαρχιακός — προσημείωση — αγκαθάκι — κυάνιο — καραγκούνικος — άλειωτος — μανικέττι — ρακοκάζανο — ακροσμίγω — ήχος — χαλικόστρωτος |
|||