Новогреческий словарь
στανικώς
στανικώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
στανικώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γεροντοπός
—
θεομήτωρ
—
καβαλιέρος
—
δεκεμβριάτικος
—
επουλωτικός
—
γλυκοσάλιασμα
—
ανταλλακτικό
—
ψευδοροφή
—
λαγόχειλο
—
δευτερογενής
—
απαργιάζω
—
διέκχυση
—
κουρελιάρικο
—
έμπληκτος
—
μελιτζανί
—
σουρπιά
—
αζημίωτο
—
εμπειριοκριτικισμός
—
χρυσόχλωρος
—
υπόστρωμα
—
απευθύνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве