|
η полезность; βιβλίο μεγάλης ~ας — очень полезная книга #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полезность? — χρησιμότητα как с (ново)греческого переводится слово χρησιμότητα? — полезность — ανακαίω — διαλάλημός — κώλος — αστητος — λά — παρθενωπός — χειροπέδη — θρίξ — αποστατικός — βιβλιακός — βρωμόλογος — λυκειάρχης — δασερός — δηλητηριάζω — χαρτοπετσέτα — ψευδαργύρωση — βρόντημα — αντιψυχωσικός — σκοτοδινία — γαβαθουλός — μισοστρατής |
|||