|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ακουαρελίστας? — — ενούρηση — παροτρύνω — έντοκος — θολούρα — αλλιώτικα — εμπρόσθιος — μωρουδέλι — προσκυνήτρια — ζαβλακώνομαι — συμβολή — περιβρέχομαι — υπερθερμαίνομαι — τρούλος — τούρκικος — μικροδουλειά — εθνογραφικός — πωρωμένος — δέλλος — ελεφαντοκόκκαλο — πεντηκονταπλασιάζω — περισυνάγω |
|||