|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παλλαϊκά? — — καπνέλαιο — ωογόνιο — ποδοκλωτσώ — ευκατάστατος — αποβουτύρωση — παντρεύομαι — ταπεινός — — υφέσιμος — επιδιόρθωση — βοστρυχηδόν — συμπαίκτρια — ανεμόστυλος — αντενδείκνύομαι — φασιστόμουτρο — αλλοιωμένος — ισραηλινός — περαστικός — ψαρομάλλα — προσήνεμα — αγιαστής |
|||