αστεροσκόπος

формы словаβ
αστεροσκόπος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αστεροσκόπος? —


ενδεκαπλάσιοςόζωμεσαίοςγήμορολιμαδόραεπικαλύπτωπαραχειμάζωβραδύτερονπλευρίτηςαναφουφούδιασμαυαλοειδήςκαπελλάδικοδασικόςδιοργονωτικόςκαραβόπανοέλευσηπόμπευμαμούσκευμαπροσηλυτιστικόςσυμφύομαιπρίμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit