Новогреческий словарь
τεζάκι
τεζάκι
το
прилавок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
прилавок
? —
τεζάκι
как с
(ново)греческого
переводится слово
τεζάκι
? — прилавок
#
(ново)греческий словарь
—
ανομοιογένεια
—
οκνός
—
δεκαεξαετία
—
φαγοκυτταρισμός
—
σπλήνα
—
ακόνη
—
υπεραισθήσεις
—
ανακρεμαστός
—
Δανία
—
ψηλαφητός
—
μίκι-μάους
—
αραπόσταρο
—
λασπουριά
—
σχηματοποιούμαι
—
μοσχοπουλάω
—
ηλιογράφος
—
βιντεοσκοπώ
—
κερδώος
—
πινάκα
—
αιματοβαμμένος
—
πεισματάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве