Новогреческий словарь
δελφικός
δελφικός
дельфийский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дельфийский
? —
δελφικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
δελφικός
? — дельфийский
#
(ново)греческий словарь
—
βουνάκι
—
χορικό
—
ταβανίσιος
—
ατομικιστής
—
μοδίστρα
—
ψιλορώτημα
—
μοταιοδοξώ
—
αγελαδίτσα
—
δυσκολοκίνητος
—
παραταξιακά
—
τρουβάς
—
σκληρόκαρδος
—
σερετιά
—
καλοσυσταίνω
—
σύψυχος
—
προσκυνητρια
—
οπλοθήκη
—
βορείως
—
εξουσιαστικός
—
ατυράννητος
—
βιοπαλαίω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве