|
η можжевельник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово можжевельник? — άρκευθος как с (ново)греческого переводится слово άρκευθος? — можжевельник — ανατομικός — μετασκευάζω — αγγρισμα — δακτυλιδένιος — μονοκρατορία — σπαθί — ιππαστί — μετεωρίζω — τζιριτζάντζουλα — χορδίζω — φλιτζάνα — αερόθερμο — ικανοποιητικός — αρόδου — υπουργήσιμος — γλείψιμο — προφυλαγμένος — καμινέας — αποθερίζω — επαιτιώμαι — στερεοσκόπιο |
|||