Новогреческий словарь
φεουδαρχικός
φεουδαρχικός
феодальный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
феодальный
? —
φεουδαρχικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
φεουδαρχικός
? — феодальный
#
(ново)греческий словарь
—
πεντηκονταετής
—
καταμηνύω
—
φάσκιωμα
—
δεκαεφτάχρονος
—
δικαιοκρισία
—
εκφαίνομαι
—
παραβιασμένος
—
καπνοδοχείο
—
ρουχισμός
—
υπερθεματίστρια
—
ομογνώμων
—
δεισιδαίμων
—
κυκλώπειος
—
προγραμματικός
—
μεταφωσφορικός
—
ξανθοτρίχα
—
δυσπρόσιτος
—
παθητικότητα
—
βρασιά
—
άστοργος
—
παρατείνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве