|
το ревень #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ревень? — ρήον как с (ново)греческого переводится слово ρήον? — ревень — διανοούμενος — βροντερός — κομμάρα — κατάπληχτος — λαθρεπιβάτισσα — καύσιμος — κενό — λιμοκοντόρος — πρωτοδίκης — συνοφρύωσις — αναπαύω — ανακουνώ — κατιτί — χαρακτηριστικό — εβραιολόγος — ανταριάζω — χορταρένιος — μαγγανεύω — ζουπίζω — κρησάρα — πολικλινική |
|||