|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαχπίνικα? — — κουζίνα — ινώδες — αρχηγία — ιστολογικός — θερισμός — βατραχάνθρωπος — σύρραξη — αλγεριακός — προτύτερος — Γραικός — γιορτασμός — ωροσκοπία — λησμονητής — αμαξογώγιον — απόπιομα — χαράτσι — πρωϊμιές — ψηλόπλωρος — οξύμωρο — αβλεψιά — πανελλήνιες |
|||