|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βιομηχανοποιούμαι? — — εγκατοπτρισμός — αμίαντος — κλεφτάτα — πολιτισμικός — παρεκβατικότης — φανατίζω — χαζοκουβέντα — αειμακάριστος — μεσουράνηση — κωκ — ζεματίζω — κρυφακούω — εξπρεσσιονίστρια — συστημένος — αντιβασιλεία — γιλέκο — παραμυθένια — κουσέλι — γαλίφης — αστενειάρης — εξερεύγομαι |
|||