Новогреческий словарь
σελλίνι
σελλίνι
το
шиллинг
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
шиллинг
? —
σελλίνι
как с
(ново)греческого
переводится слово
σελλίνι
? — шиллинг
#
(ново)греческий словарь
—
ανάστερος
—
αβοτάνιστος
—
Τροχαία
—
στοίβα
—
εμμέθοδος
—
ακίνδυνα
—
δεκασμός
—
διαζευγνύω
—
ανακαθίζω
—
επέμβαση
—
αναλύομαι
—
λαγούμι
—
απανωβαλμένος
—
εγωϊστής
—
εμετικός
—
Εβραίος
—
αδεξιότητα
—
τσουκνίδα
—
ασφάραγος
—
ανευφημία
—
πλευρόπονος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве