|
το физ. мегампер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мегампер? — μεγαμπέρ как с (ново)греческого переводится слово μεγαμπέρ? — мегампер — κλάδα — άπλωμα — κληροδότειρα — δημοσιοποίηση — χώνη — αισθησιορχικός — αμετολαμπάδευτος — υπνιάρης — φορείο — επιτιμητικός — αμυκτήριστος — τσιγγούνα — υπεραγωγιμότητα — Κρητικός — γιαρέντης — αργύρωση — ανεχτικός — Κρόνος — αυτοσύστατος — γράμμα — εικοσαήμερο |
|||