|
новобрачный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово новобрачный? — νεόγαμβρος как с (ново)греческого переводится слово νεόγαμβρος? — новобрачный — ανέμπληγος — φανανάπτης — εσχατιά — μίανσις — χρονομετρικά — αδιήθητος — μουσουλμανικός — λουβιάρα — γενετή — τυπολιθογραφία — αυτοσκοπία — υαλώδης — ήρεμα — οικολογικός — θλιμμένα — γεννητσούριο — ζεύω — αποβιβάζω — ευθυμολόγος — πατριώτης — τζίφρο |
|||