περιποιητικά

формы словаβ
περιποιητικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово περιποιητικά? —


έμπλεοςμαρκαδοράκιδιαστημάνθρωποςζύμωσηχεράτοδημοψήφισμαλίσταΑνατολίτηςορυκτολόγοςψευδαργυρούχοςκακκαδιάζωαισθηματικόςφυσίγγιάχωρπορτραίτοαναδιοργανωτήςκληροδότριαδιαμελισμόςαλάτρευτοςανατομίαδιάμεσος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit