Новогреческий словарь
οπλομάχος
οπλομάχ|ος
ο
фехтовальщик
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
фехтовальщик
? —
οπλομάχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
οπλομάχος
? — фехтовальщик
#
(ново)греческий словарь
—
σπερματοβλάστη
—
δίσεκτος
—
ερπετολογία
—
σβεστήρας
—
παραγνωρίζω
—
ψωμοζητάω
—
αεριομηχανή
—
αισθητική
—
έμπαση
—
φυλλοσκεπής
—
βασιλομήτωρ
—
ασυνεπής
—
ξεχωρισμός
—
δεκαεννεαετία
—
εξαρχαΐζω
—
μικροθυμία
—
σειράδιον
—
κρυφομίλημα
—
σύσπαστος
—
αναβάλλω
—
δυσλεξία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,