πραγματισμός

формы словаβ
πραγματισμός
ο 1) филос. прагматизм;
2) реализм



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово прагматизм? — πραγματισμός
как на (ново)греческом будет слово реализм? — πραγματισμός
как с (ново)греческого переводится слово πραγματισμός? — прагматизм, реализм


μεσημβρινοδυτικόςακατάτρεχτοςσυγκυβερνώμυωπικάπεριβαλλοντικόςεκσάρκωμαξακοσαριάβυθοκόρησηανακλώθωζευγολατιόωμοθεραπείαλαϊκόςδεκαπενταυγουστιάτικοςαπανθρωπιάανενδοίαστοςμουλάςπρομηνύωφαρικόςκαλόμπογιατζίδικοΓεωργιανός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit