|
το чёрный коралл #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чёрный коралл? — γιούσουρο как с (ново)греческого переводится слово γιούσουρο? — чёрный коралл — ομοφυλοφιλία — καλογηρισμός — αφροδισιολογία — απρεπής — ανθοβολώ — συγυρισμένος — αριστερά — χειραφεσία — αρτυμένος — ζωοφάγος — δούλεμα — διατρύπησις — βουτυρωμένος — ποταμογενής — χατίρι — συμπονετικός — λειμώνιος — διωρυγόκλειθρον — ρυμουλκός — πανέτοιμος — πλημμέλημα |
|||