|
полусгоревший; полусожжённый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полусгоревший? — μισοκαμένος как на (ново)греческом будет слово полусожжённый? — μισοκαμένος как с (ново)греческого переводится слово μισοκαμένος? — полусгоревший, полусожжённый — κεντρίζω — ρεβανσίστας — ζαρζαβατζής — μηκηθμός — αίνιγμα — κάτης — λννοτυπνκός — δωδεκαρίτες — ακοπτος — ξυλώδης — δραγομάνος — πολυκύτταρος — θεριακλού — ετεροδημότισσα — ριζόκαρπος — γινατσιάρικα — πολυάνθρωπος — τερέτισμα — λεπτολόγημα — άγουρα — ανθρακοειδής |
|||