|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово φυσικοθεραπεύτρια? — — ανεμόβροχο — σταχτοπάνι — εύκλωστος — ακαρτερώ — λαθραία — δεσμοφύλακας — ξομολογιούμαι — τρίχας — χωρητικότητα — παριτέ — απαρέγκλιτα — σκυλού — ξομπλιαστός — διθυραμβικός — πεζογραφώ — σοκολατοποιία — φτωχογειτονιά — κόρος — υψίκομος — αμελέτητα — συναυξάνω |
|||