|
η благословение священника #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово благословение священника? — ιερολογία как с (ново)греческого переводится слово ιερολογία? — благословение священника — σπιρουνιάζω — ραγάδα — άοικος — τορπιλλάκατος — δασεία — νεωτερικά — ύπανδρος — ψωμί — σαμντάνι — κολλυβιστής — καρτέρημα — απαγχονίζω — φυστίκι — ημιπερίοδος — εισήγαγα — εντροπιάζω — βαμβακόψειρα — κατοστίζω — ήλεκτρο — ελαιοπολτός — αυτοερωτεύομαι |
|||