Новогреческий словарь
επισκέπτης
επισκέπτης
ο
посетитель, гость
έχω πολλούς ~ες — [phrase]у меня много гостей[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
посетитель
? —
επισκέπτης
как на
(ново)греческом
будет слово
гость
? —
επισκέπτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
επισκέπτης
? — посетитель, гость
#
(ново)греческий словарь
—
ολοκάθαρος
—
ξινομηλιά
—
κυστίδιο
—
μαντήλα
—
πλαγιαστός
—
επταφωνία
—
βαφτιστής
—
πεχλιβάνισσα
—
ανδροκρατικός
—
μισοκαμωμένος
—
γουλάρης
—
προανάκριση
—
τσατίλα
—
κεντρικότητα
—
επιβατηγόν
—
ολίσθημα
—
αναγκασμένος
—
βενζινάκατος
—
γογγολογάω
—
ποσάκις
—
αστικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве