|
το умывальник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово умывальник? — λαβομάνο как с (ново)греческого переводится слово λαβομάνο? — умывальник — ιπποπέδη — ακουβέντιαστος — λόγου — ραββίνος — καταπονούμαι — Ουρανούπολη — ζευζεκιά — σιταγωγία — τράστ — φτουραίνω — εντεροειδής — έτυμον — ντερβένι — πότης — σταβλίτης — εγκράτεια — θυμιατήριο — θερμά — ηδονίστρια — πρωταπριλιά — εφθάρην |
|||