|
το конфетти #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово конфетти? — κονφεττί как с (ново)греческого переводится слово κονφεττί? — конфетти — λήρημα — διασκεδαστικότητα — φασματικός — επιμήθεια — αναντίλεκτος — δάφνη — διφθέρο — αψινθίτης — ζοφερότητα — χειρομάλαξη — ιεροκρύφιος — διχρονίζω — ιογενής — χωρομετρικός — αναμάζωμα — ευγνωμοσύνη — υποδεικνύω — φάλκο — αστραποβολάω — αλγερινός — βάτραχος |
|||