|
недавно появившийся #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово недавно появившийся? — νιόφαντος как с (ново)греческого переводится слово νιόφαντος? — недавно появившийся — γλυκομματιάζω — θεσσαλιώτικος — λιθομύλη — βιδέλλο — φαγωμάρα — σπέρματοδόχος — καφασωτός — αγαλματίας — εμπάθεια — ψιλοχωμάτισμα — θρυμματίζω — υπερχλωριούχος — παραψαλιδιά — χρυσολαμπής — υπόθαλψη — μείον — αντιμοχώ — κάππαρη — ξαστερώνω — στοχασιά — κατάφυτος |
|||