|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τελεολογικός? — — κοκεταρίζομαι — κρόκη — σταβλίτης — θερμοσίφωνο — αραχνούφαντος — τώντις — έννοια — σκόρπισμα — δήωση — ντρένιος — μικροκλέπτης — αρχιγένεση — πλουσιοκόριτσο — ασυντάρακτος — κατατρύχω — αρκετά — αποκαθιστώ — πολυακόρεστος — αλεπτούργητος — αστασία — καρδιοστάλαχτος |
|||