|
η бутылочная тыква (растение) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бутылочная тыква? — νεροκολοκυθιά как с (ново)греческого переводится слово νεροκολοκυθιά? — бутылочная тыква — ασέβημα — ψιλορώτημα — μπουνταλού — κνησμώδης — σιμωνία — κόπτομαι — οξειδοαναγωγή — κώχιασμα — Φιλλανδή — κακοχωνεύω — κοντυλένιος — υπερηχητικός — περίφόβος — αμυγδαλές — αμφιπρόστυλος — εγκόσμια — αντανάκλαση — ανοίκειος — ερυθροκύτταρο — εξαφριστήρας — ακολλάριστος |
|||