Новогреческий словарь
συνεδρία
συνεδρία
заседание
;
κλειστή (или μυστική) ~ — закрытое заседание
;
κοινή ~ — совместное заседание
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
заседание
? —
συνεδρία
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνεδρία
? — заседание
#
(ново)греческий словарь
—
δεξύς
—
μαλτόζη
—
χειρουργείο
—
οδοντόσκονη
—
έρευνα
—
σκληραγώγηση
—
αισθηματικότητα
—
ντεκρετσέντο
—
υποαπασχολούμαι
—
ολόγερος
—
λίμα
—
ανταίτησις
—
άστικτος
—
βασανισμένος
—
αμφιφανής
—
βδελυρότης
—
γλυστυρίδα
—
ανεξαίρετα
—
έμπιστος
—
οπωροπώλης
—
άφλεβος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве