Новогреческий словарь
αθροιστήρας
αθροιστήρας
(-ήρ, -ήρος) ο
арифмометр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
арифмометр
? —
αθροιστήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
αθροιστήρας
? — арифмометр
#
(ново)греческий словарь
—
πλοηγώ
—
κρυσταλλωμένος
—
ψωραλέος
—
μπουσουλάω
—
ταμιευτικός
—
αρεσκειά
—
σίδερο
—
άπλεγος
—
παρασπόνδηση
—
αρσενικό
—
σειστός
—
οδηγισμός
—
καραγκιοζάκι
—
μεσόθυρο
—
γκρανκάσσα
—
καννιβαλικός
—
πεντάκις
—
γρηγορεύομαι
—
διατηρητέος
—
ξετσιπωσιά
—
γαϊτανοφρυδούσα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве