αρρενογονικός

формы словаβ
αρρενογονικός



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αρρενογονικός? —


σμυριδεργάτηςπροκαλώφονιάςικανοποίησηηχοβόλισιςμικρόκοκκοςσυρματένιοςστόμαχοςπαραχωρητήριοθαμνοειδήςμουντζούρηςμισανοίγωκαταδικαστέοςψυχολογούμαιεγρετήςΟλλανδίαποδοσφοιρικόςχωρατατζούπλανεύωεκφραστικόςακαθόριστα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit