πενταπλάσι|ος

формы словаβ
πενταπλάσι|ος
пятикратный;
          στό ~ο — в пять раз



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово пятикратный? — πενταπλάσιος
как с (ново)греческого переводится слово πενταπλάσιος? — пятикратный


εξάρθρωμααισχρόςδιάνθισμοκαθαρτήριοχιονοθλασίαογκομετρίαπιλατεύωελαχιστότηςμοναστηρήσιοςυαλοθέτηςαμμώδηςεπανωβελονιάσταρήθραζαχαροποιείοφωταγώγιοαπορράφτωκαπριτσιόζαμικρομούρηςξυλόμετρομπαλαουρτζήςθέρος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit