προφυλακτικό

формы словаβ
προφυλακτικό
το презерватив



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово презерватив? — προφυλακτικό
как с (ново)греческого переводится слово προφυλακτικό? — презерватив


σερέτισσαεγγυημέναλαφροσειώδαιμονομανήςμακροβιότητασολιάζωμισοκοιμούμαικαταζήτησηκαύσοςκουδούνιπροπαιδειόδιαπασώνεπίναυλοςεπακουμβητήριονμεταβλητόςοποσηδήποτενηφάλιοςωτοσκοπίαγερακότσιχλαβιζαβίελάτη




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit