Новогреческий словарь
έδειρα
έδειρα
αόρ. от δέρ(ν)ω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έδειρα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αγοράζω
—
ωτοδυνία
—
εξισωτής
—
φασιστοειδές
—
πρεσβυγένεια
—
ανυπαρξία
—
περκνιάρης
—
φάσωμα
—
καρεκλί
—
διχτυάρικο
—
τερατολογώ
—
κοίλανση
—
βουτυρώδης
—
ραδιοδέκτης
—
επαναστατικός
—
ομοιομερής
—
σοβάς
—
καρδιοσκλήρωση
—
ξεχασμένος
—
αδικώ
—
σταματώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве