|
η помёт крупного рогатого скота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово помёт крупного рогатого скота? — βουδιά как с (ново)греческого переводится слово βουδιά? — помёт крупного рогатого скота — μουγκρητό — ψαροκάλαθο — ίπταμαι — σκάρτο — κινηματογραφία — ρήον — ολιγοστεύω — αδελφικότητα — χιουμοριστικός — διαστοιβάζω — διαπιστωτικός — αναγεννώ — γιουσουρούμ — μεγαλακρία — αθλομανία — εκλεκτικιστικός — διπλωμάτισσα — χορηγώ — δαντελλάς — γκαμήλα — φωτοταχυμετρία |
|||