|
το медальон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово медальон? — μενταγιόν как с (ново)греческого переводится слово μενταγιόν? — медальон — κομπορρήμων — αγκαλά — εμπλουτίζω — καλαφάτης — παρανόηση — φλόγισμα — ενιαία — τορπιλλικός — εγκατοπτρίζομαι — σπαργάνωμα — εξυπνάκιας — υποχωρητικότητα — κειά — τηρητής — μηλοπεπόνι — διαφέγγω — τριάρι — κατάμεσα — τυφώδης — σέσουλα — αλαζονικός |
|||