|
ο фат #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фат? — φιγουρατζής как с (ново)греческого переводится слово φιγουρατζής? — фат — καλοσυστήνω — πιόσιμο — μουνόδουλος — γλυκόγελο — διακριτικότητα — γυναικοθηρία — σαράβαλο — ανέμπληγος — ατμοσφαιρικός — υποκλυσμός — λυκόρνιο — αναλύτης — πυρολατρία — ταμπλό — γαυρωμένος — γειαίνω — αρχοντογειτονιά — γελόκλαμα — έμνοστος — δύσμοιρος — ανεξόρυκτος |
|||