|
полосатый; линованый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово полосатый? — αραδωτός как на (ново)греческом будет слово линованый? — αραδωτός как с (ново)греческого переводится слово αραδωτός? — полосатый, линованый — περιποιητικός — τυχοδιώκτρια — μεθορμίζομαι — μπεκρούλιακας — αλαργεμένα — ξεσκλαβώνω — άζηλος — κινεζικά — επισφάλεια — ντουρβάς — γουλιάζω — επιφωνηματικός — πολύπειρος — αλαβάστρινος — πυριτόλιθος — καταπιέστρια — γλωσσίς — ομαδάρα — γαληνιαίος — ωτορινολαρυγγολογίο — γυναικολάτρης |
|||