εξάμβλωση

формы словаβ
εξάμβλωση
(-εως) η аборт



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово аборт? — εξάμβλωση
как с (ново)греческого переводится слово εξάμβλωση? — аборт


κοιλοπονωακελάϊδητοςαρσανάςβλαστικόςζωόφιλοςεγκαινίασμαφθισικόςμεροφάιζυμοειδήςεκδικούμαιαπόπεμψηανθοκομικήξενηλασίαβολεματίαςλιακάδακρανέαμπαφιασμένοςπαρακίνημαεθνοτικόςυδροφράχτηςαναίρετος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit