|
сватать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сватать? — παντρολογώ как с (ново)греческого переводится слово παντρολογώ? — сватать — χτίζω — ισχυρά — σάν-φασόν — συμφιλιωτικώς — δεκτικός — φοίτηση — προσέρχομαι — παραδεισιακός — δίκερος — αλληλοφθονούμαι — ασυμβούλευτος — δίκρανο — βιζαβί — μίνιμουμ — αποσταθεροποιητικός — φλερτάρω — αναίσχυντα — κοιμητήριο — τρίχα — καννιβαλικός — σφηνοειδής |
|||