Новогреческий словарь
ομολογητής
ομολογητής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ομολογητής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βλεννόρροια
—
ημίτονο
—
καρρολόγος
—
λωποδύτης
—
κάτασπρος
—
υποστεγάζω
—
τρικράνι
—
ήρα
—
φλεβαριάτικος
—
άναρχα
—
εμβρίθεια
—
χορτοφάγος
—
εβραίϊκος
—
απορρεύστωση
—
γαστρεντερίτις
—
θερμοηλεκτροπαραγωγικός
—
βάθια
—
γραιγουλίζει
—
καλουπώνω
—
δυσαπάλλακτος
—
συγκομίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,