|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κατάφαρκτος? — — ξενοκοιτάζω — αλγοριθμικός — πονταδόρος — ομνύω — κολλέγιο — αιθεροβάμων — ολιγωρώ — γαλονάτος — αφρογενής — αλιγόστευτος — εξηκοστό — γλυκόνομα — ομόδικος — βίαος — καλαμίδι — καράολος — αναδοχή — μάντρισμα — σταλαγμίτης — δοκιμάζομαι — γόφος |
|||