|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υδροτροπισμός? — — δρομαίως — δυσώδης — επάγω — εκσκωριάζω — απολέπτυνση — υποχωρώ — υφαντό — χοροστατώ — νεκρολούλουδο — ελεφαντομάχος — φλοιακός — επιγραφίδα — ενδιαφέρον — εξωθούμαι — πρόδομος — διλοχία — φραγκόκοτα — ισομερής — ασκούφωτος — αργοκινώ — ολίγωρος |
|||