|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λουκανικόσουπα? — — τουρκόγυφτος — κρασωμένος — μοναχός — κανθός — ξετυλιγμένος — απαρενόχλητος — πολυπράγμων — νησαίος — αντιβαλλόμενον — δεματάς — θερμίδα — κοντόκορμος — ωριόπαθος — στασιώτης — κρίση — πεντακισμύριοι — πιθήκειος — παρωκεάνειος — λαοκράτης — πορτιέρης — ωνιομανία |
|||