Новогреческий словарь
κοράλλι
κοράλλι
το
коралл
;
κολλιέ από ~ια — коралловое ожерелье
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
коралл
? —
κοράλλι
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοράλλι
? — коралл
#
(ново)греческий словарь
—
εθνοφθόρος
—
ομόχρους
—
υπερθερμασία
—
καστανιά
—
ασυμπέραντος
—
καθαρισμός
—
περιπτεριούχος
—
διαβάτης
—
αστέγνωτος
—
ζαχαροπλαστική
—
επανόρθωση
—
κλιματοθεραπεία
—
περούκα
—
βακχεύτρια
—
ξανάσασμα
—
δασαρχείο
—
αδιασπάθητος
—
απώθηση
—
μειωμένος
—
κοκκύζω
—
μεσοφούστανο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве