|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γαμπρίζω? — — ημίλευκος — μπλάστρης — ξεχνιέμαι — απεριγέλαστος — κανάτα — υπερβατός — δεκαδικότητα — μονομερής — οδικός — σφυγμομετράω — φαρμακάδα — πετροσέλινο — μείζων — πυγμή — στιλβωμένος — νεκρόπολη — ξυλολατρία — παραταξιακός — προεδρικός — αυτομαγνήτισμός — μειώ |
|||