Новогреческий словарь
ασκημαίνω
ασκημαίνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασκημαίνω
? —
#
(ново)греческий словарь
—
νεο-
—
αναβλητικώς
—
προφυλακτικό
—
ασβεστίτης
—
αντενδείκνύομαι
—
εκμίσθωση
—
αποπλέω
—
περιπαικτικά
—
μυσταγωγικός
—
πρέσσα
—
ύφανση
—
δηλονότι
—
αντιπολίτευσις
—
ουραίος
—
κατάσκιος
—
τρακ
—
αιτιάζομαι
—
κάτης
—
αζούπιγος
—
έκταση
—
απεργός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве