|
η болтунья, пустомеля #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово болтунья? — λιμαδόρα как на (ново)греческом будет слово пустомеля? — λιμαδόρα как с (ново)греческого переводится слово λιμαδόρα? — болтунья, пустомеля — μεραρχία — γαϊδουρόμουτρο — πολυσήμαντος — λήγων — σιναπέλαιο — εκκενωτικός — πετρόκαρδος — ρουμπίνι — δερματοειδής — κοσπεντάρι — εξηντάρισσα — βασικός — αισθησιολογία — μεγαλοψυχία — ακέραιος — άδεια — λεμφοσάρκωμα — εδυνήθηκα — ατελείωτος — συμπιεστικός — απροειδοποίητος |
|||