|
с крючковатым носом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово с крючковатым носом? — γαντζομύτης как с (ново)греческого переводится слово γαντζομύτης? — с крючковатым носом — αυτοεπιβολή — γκουάς — ασύμφωνος — όφις — ξαναγεννιούμαι — σαβουράτος — καψικόν — γαλατού — γαλακτοπαραγωγή — ψωμοφάγος — αντιπαραβολή — διάσταση — θάμασμα — αυτοδιοίκητος — αβουλία — ομοεθνής — λύτρα — ξεθερμίζω — σκωλήκιον — υπεργαλακτία — ινική |
|||